Sunday 8 August 2010

Οφθαλμός αντί Οφθαλμού: Επίλογος



Το επόμενο πρωί ο Λόρδος Ασάφενμπεγκ ξύπνησε νωρίς, αλλά δεν σηκώθηκε από το κρεβάτι του. Έχοντας άγνοια των χτεσινών γεγονότων, πήρε το καμπανάκι με το οποίου καλούσε την καμαριέρα και άρχισε να το κουνάει. Όμως η καμαριέρα του που θα του έφερνε το πρωινό αργούσε να έρθει. Συνέχισε να το κουνάει, περιμένοντας. Ήταν βολικός εργοδότης, ήθελε να πιστεύει, και μπορούσε να παραβλέψει, ακόμα και να συχωρέσει ορισμένα λάθη των υπηρετών του. Ειδικά από την Γκέρτυ. Η Γκέρτυ ήταν από τις πιο συμπαθείς καμαριέρες που δούλευαν για αυτόν. Ποτέ δεν του είχε κινήσει την υποψία, σε αντίθεση με αρκετούς από τους υπόλοιπους υπηρέτες. Μετά από αρκετή ώρα, άκουσε βήματα να ανεβαίνουν την σκάλα. Επιτέλους θα έπαιρνε το πρωινό του, σκέφτηκε. Προς μεγάλη του έκπληξη όμως, στο δωμάτιο του μπήκαν ο μάγος, το ξωτικό το οποίο είχε μια μεγάλη και άσχημη μελανία στο μισό της πρόσωπο, ο νάνος τον οποίο λόγο ύψους έβλεπε με δυσκολία από το κρεβάτι, και τελευταία η Γκέρτυ.

‘Όχι, όχι, δεν σας προσέλαβα να μου φέρνετε ΚΑΙ το πρωινό’, είπε ο Λόρδος, ‘Μόνο για τα έπιπλα και εκείνη την άλλη δουλίτσα, ξέρετε’. Ο Λόρδος απέφευγε να πει τις υποψίες του μπροστά στην Γκέρτυ, τουλάχιστον όχι ακόμα. Άρχισε να σηκώνετε από το κρεβάτι, αλλά τον διέκοψε ο μάγος.

‘Καλύτερα μείνετε ξαπλωμένος, έχουμε κάτι να σας πούμε, τίποτα το πολύ ανησυχητικό, αλλά…’

‘Τι συνέβη?’ Ρώτησε ο λόρδος, πιο πολύ από περιέργεια, παρά από ανησυχία. ‘Χαχα, παρακοιμήθηκα μαγείρισσα και δεν ετοίμασε τα πρωινά? Το συνηθίζει, έχει ξέρετε ένα πρόβλημα το αλκοόλ”

‘Βασικά η μαγείρισσα δεν παρακοιμήθηκε απλώς. Πως να το πω. Να, ας πούμε τώρα κοιμάται με τον Μορρ’ πρόσθεσε ο Νέκραλ κάπως διπλωματικά.

‘Κοιμάται με τον Μορρ? Δηλαδή είναι νεκρή?’ Δεν μπορούσε να το πιστέψει ο Λόρδος. Από την άλλη η Κάρλα είχε σοβαρό πρόβλημα με τον αλκοολισμό. Όλα ήταν πιθανά.

‘Ναι, αναγκάστηκα να την σκοτώσω.’ Πρόσθεσε με περηφάνια ο μάγος.

‘Τι? Την σκότωσες?’, είπε ο λόρδος σαν να μην πίστευε στα αυτιά του.

‘Ε ναι, δεν σου είπα όμως ότι αυτή ήταν είχε βάλει το υπνωτικό Σλαφ στο δείπνο’.

‘Υπνοτικό?’

‘Ναι, έβαζε καιρό τώρα υπνωτικό στα φαγητά σας για να είστε κοιμισμένοι και να μην είστε παρατηρητικοί. Για αυτό οι περισσότεροι υπηρέτες σου ήταν οκνηροί. Αυτές ήταν οι εντολές που τις έδινε η αίρεση της’.

‘Αίρεση? Πια αίρεση! Μα τι λες?’ Είπε ο λόρδος

‘Η αίρεση του Ορθάνοιχτου Οφθαλμού. Χτες είχαν σκοπό να κάνουν ανενόχλητοι την δαιμονική τελετή, αλλά δεν μπορούσαν γιατί είχα το δαιμονικό βιβλίο και προσπάθησαν να μου το πάρουν’.

‘Πιο δαιμονικό βιβλίο? Και γιατί έφερες δαιμονικό βιβλίο μαζί σου!’ Φώναξε τρομαγμένος ο Λόρδος.

‘Δεν το έφερα, το βρήκα στην βιβλιοθήκη της έπαυλης’.

‘Στην βιβλιοθήκη της έπαυλης?’ Όλα αυτά είχαν αρχίσει να ανχώνουν τον λόρδο.

‘Μάλλον τα διάβαζε ο βιβλιοθηκάριος ο Γκέηζαλς, αλλά είναι και αυτός νεκρός. Τα βιβλία τα πήρα εγώ να τα παραδώσω στο Κολέγιο της μαγείας, οπότε όλα καλά’. Είπε ο μάγος. Του φαινόταν διασκεδαστικό που ο λόρδος επαναλάμβανε ότι έλεγε σε μορφή ερώτησης.

‘Είναι νεκρός και ο βιβλιοθηκάριος?’ Ο Λόρδος άρχισε να νομίζει ότι όλα αυτά είναι ένα άσχημο όνειρο.

‘Ναι, ήταν και αυτός μέλος της αίρεσης του Πήρσον’.

‘Η αίρεση ήταν του Πήρσον?’ Ο Πήρσον ήταν ο αρχιμπάτλερ του λόροδυ.

‘Σου είπα, η αίρεση του Ορθάνοιχτου Οφθαλμού. Αλλά μην ανυσηχείς, είναι νεκρός και ο Πίρσον, οπότε μάλλον αυτό είναι το τέλος της αίρεσης, οπότε όλα καλά’.

‘Και ο Πήρσον είναι νεκρός? Πώς?’

‘Τον σκοτώσαμε και αυτόν μαζί με την μαγείρισσα και τον Γιατρό. Μην ανησυχείς’. Πετάχτηκε ο νάνος που ήθελε εδώ και ώρα να προσθέσει και αυτός κάτι στην συζήτηση. Ο Μάγος έγνεψε καταφατικά.

‘Ο Γιατρός? Τι, ήταν μέλος της αίρεσης και αυτός?’

‘Ναι, ναι’ είπε χαρούμενος ο Νέκραλ. ‘Και ο φρουρός ο Πίτερ, μην τον ξεχνάς αυτόν.’

‘Τι? Τον σκοτώσατε και αυτόν?’ Ρώτησε ο λόρδος. Όλα ήταν πιθανά πια.

‘Όχι, τον σκότωσε ο Άλμπρεχτ ο αμαξάς’, τον διόρθωσε ο νάνος

‘Α, μπράβο του, τουλάχιστον ο αμαξάς δεν ήταν μέλος της αίρεσης’.

‘Όχι, ήταν μέλος της αίρεσης’, τον διόρθωσε ο Μάγος. ‘Κατά λάθος σκότωσε τον φρουρό, εμάς σημάδευε, αλλά αστόχησε’.

‘Και τον αιχμαλωτίσατε τον αμαξά μετά? Γρήγορα να τον ανακρίνουμε.’ Ο Λόρδος ήθελα να φτάσει στον πάτο του μυστηρίου.

‘Α, ο αμαξάς απέδρασε, αλλά επειδή εξω ήταν αρκετοί κτηνάθρωποι, δεν θα μου έκανε εντύπωση αν τον έχουν πιάσει και αυτόν πριν μας επιτεθούν’, είπε ο Νέκραλ με πολύ καθησυχαστικό τόνο.

‘Κτηνάνθρωποι?!?, αναφώνησε απορημένος ο Λόρδος. Σίγουρα έβλεπε ακόμα ένα κακό όνειρο.

‘Ναι, μάλλον η παρουσία του πίνακα του χάους, δρούσε ως φάρος για αυτούς και τους προσελκούσε στην έπαυλη.’

‘Ποιος δαιμονικός πίνακας!’ Είπε τρομαγμένος ο Λόρδος. Υπήρχαν δαιμονικοί πίνακε στην έπαυλή του και δεν το ήξερε?

‘Αυτός που κατάπιε τον Ανδρέα Φον Μπρούνερ, ήταν στο αίθουσα πίσω από την τραπεζαρία κριμένος κάτω από μια γαλάζια κουρτίνα’.

‘Κατάπιε τον Φον Μπρούνερ? Μα την ανάσα του Σϊγκμαρ, τι ακούω?’

‘Είναι γεγονός ότι πρέπει να ερευνήσουμε όταν πάμε στο Ούμπερσράηκ τι σχέση έχουν οι Μπρούνερ με τον Πίρσον’, είπε ο Μάγος, δίνοντας λόγια στην σκέψη του, και σύνεχισε.

‘Ναι, εκεί είχαν βάλει να κάθετε και ο σιδεράς ο νάνος Κόρντεν Κόργκασον με το ζόρι. Να κοιτάει τον πίνακα με τις ώρες μέχρι να τρελαθεί, για να τον τρελάνουν, αλλά τέρμα αυτά. Τον πίνακα τον πήραν οι κτηνάνθρωποι, αλλά και να μην τον έπαιρναν όλοι οι πιστοί της αίρεσης είναι νεκροί. Εκτός ίσως από τον Άλμπρεχτ. Οπότε, όλα καλά’

‘Πως πήραν τον πίνακα?’ Ρώτησε ο λόρδος, αλλά δεν ήταν σίγουρος αν ήθελε να ακούσει την απάντηση.

‘Ε, μπήκαν στην έπαυλη, πήγαν στο υπόγειο, στην μυστική αίθουσα που γινόντουσαν οι ιεροτελεστείες, σκότωσαν τους υπόλοιπους πιστούς, πήραν τον πίνακα και έφυγαν. Τουλάχιστον δεν σκότωσαν την Γκέρτυ που οι πιστοί θελαν να την θυσιάσουν. Να τη, εδώ είναι, μια χαρά, σώα και αβλαβή’, είπε ο Νέκραλ, δείχνοντας την Γκέρτυ, η οποία χαμογέλασε ντροπαλά στον Λόρδο. ‘Οπότε, όπως είπα, όλα καλά.’

‘Μισό λεπτό’, είπε ο Λόρδος, ‘Κάτσε να δω αν κατάλαβα καλά’. Πήρε βαθιά ανάσα. ‘Ο Πίρσον, ο αρχηγός της αίρεσης του Ορθάνοιχτου Οφθαλμού, για κάποιο λόγο, έφερε έναν δαιμονικό πίνακα στην έπαυλη, προσηλύτισε τον Ανδρέα Φον Μπρούνερ και τους πιο πολλούς υπηρέτες. Μετά ο πίνακας κατάπιε τον Ανδρεα Φον Μπρούνερ, ήρθα εγώ, ο Πίρσον συνέχισε τις τελετές, μετά έφερα εσάς, την ίδια μέρα που ο Πίρσον θα προσπαθούσε να κοιμίσει όσους δεν ήταν πιστοί, και με την βοήθεια του πίνακα, των δαιμονικών βιβλίων στην βιβλιοθήκη, και την θυσία τις Γκέρτυ θα καλούσε ένα δαίμονα. Αλλά προλάβατε να σκοτώσετε τους μισούς από αυτούς, τους άλλους μισούς οι κτηνάνθρωποι, ο αμαξάς όμως δραπέτευσε. Ο Γιατρός, η Μαγείρισσα, ο Πίρσον, ο βιβλιοθηκάριος, οι περισσότεροι φρουροί και σχεδόν όλοι οι υπηρέτες είναι νεκροί είτε από εσάς, είτε από τους κτηνάνθρωπους, και το οίκημα έχει υποστεί ζημίες από τις μάχες. Ξεχνάω τίποτα?

‘Τον κηπουρό! Ήταν μέλος της αίρεσης και αυτός. Είχε φυτέψει το βότανο με το οποίο παρασκεύαζαν τον υπνωτικό, το Σλαφ. Αλλά τον σκοτώσαμε και αυτόν!’ Πετάχτηκε το ξωτικό, αλλά το μετάνιωσε. Και μόνο που άνοιξε το στόμα τις, ένας πόνος διαπέρασε το σαγόνι της που μάλλον το είχε ραγίσει.

‘Α, νεκρός και ο κηπουρός’, είπε ο Λόρδος, χωρίς να του προκαλεί εντύπωση η τελευταία αποκάλυψη. ‘Εγώ σας φώναξα εδώ να ξεδιαλύνετε το μυστήριο. Όχι να ξεπαστρέψετε όλο το προσωπικό! Τι ‘όλα καλά μου λέτε’!’

‘Όλα καλά γιατί δεν σκοτώθηκε ο Κλάους’, είπε η Ιρόνη, αλλά μάλλον δεν το εννοούσε.

‘Οχι, όχι,’ διόρθωσε ο μάγος, ‘όλα καλά, γιατί τώρα θα μπορείς να επιστρέψεις στην Ούμπερσράηκ λέγοντας πως κατάφερες να καταστρέψεις μια αίρεση’, και λίγο βιαστικά πρόσθεσε, ‘με την βοήθεια μας’. Έκανε μια μικρή παύση και συνέχισε, ‘επίσης οι Μπρούνερ θα σου έχουν ευγνωμοσύνη, και σε εμάς βέβαια, που ανακάλυψες τι απέγινε ο Ανδρέας Φον Μπρούνερ. Και μάλιστα θα σου κρατούν ακόμα μεγαλύτερη ευγνωμοσύνη αν δεν αποκαλύψεις ότι κάποιο μέλος των Φον Μπρούνερ είχε ανακατευτεί με την Αίρεση αυτή!’.

‘Ναι σωστά’, είπε ο Λόρδος, αλλά ακόμα φαινόταν να μην έχει πειστεί, ‘Βέβαια όλα αυτά είναι μακροπρόθεσμα οφέλη. Για την ώρα έχω να μιλήσω στις αρχές, να κανονίσω κηδείες, να μιλήσω στους συγγενείς των θυμάτων, και να κάνω επισκευές στην οικία. Δεν είμαι κανένας πλούσιος λόρδος που πνίγεται στα χρήματα ξέρετε’,

‘Ναι, αλλά σκέψου τι θα είχε γίνει αν δεν μας είχες φωνάξει’, είπε ο Νάνος αγανακτισμένος. ‘Το πιο πιθανό να ήσουν τώρα το γεύμα κάποιου δάεμονα!’.

Ο Λόρδος χλόμιασε. Αυτό δεν το είχε σκεφτεί. ‘Ναι, μάλλον έχετε δίκιο, και υποθέτω σας χρωστάω την και εγώ με την σειρά μου την ευγνωμοσύνη μου’, αποφάσισε ο λόρδος. ‘Πολύ καλά, θα σας πληρώσω άλλα 6 ασημένια σελήνια στον καθένα σας, για την σημερινή μέρα, και 30 σελίνια μπόνους σύνολο. Και αν χρειαστείτε κάποια συστατική επιστολή για άλλους λόρδους, θα σας την δώσω’. Και με την τελευταία του λέξη έπεσε πάλι στο κρεβάτι. Θα ήταν πολύ δύσκολη η σημερινή μέρα και αποφάσισε να κοιμηθεί άλλες λίγες ώρες για να πάρει δυνάμεις.

Την επόμενη μέρα, η καμαριέρα Γκέρτυ έδωσε την παραίτηση της στον λόρδο, ο οποίος την δέχτηκε.
Δεν μπορούσε να την κατηγορήσει που ήθελε να φύγει μακριά από αυτήν την έπαυλη. Του έκανε όμως εντύπωση το βλέμμα λατρείας που έριχνε στον Νέκραλ όλη την ώρα. Οι τυχοδιώκτες, αφού βοήθησαν στο συμμάζεμα της έπαυλης και στην ταφή των νεκρών, ξεκίνησαν για την επιστροφή στην Ούμπερσράηκ. Σε όλη την διαδρομή ο Κλάους γκρίνιαζε συνεχώς, αλλά οι τυχοδιώκτες είχαν μάθει να τον αγνοούν. Η Ιρώνη του ζήτησε να την προμηθεύσει ένα τόξο γιατί είχε αποφασίσει να αποφεύγει τις μάχες σώμα με σώμα από εδώ και πέρα. Ο Κλάους βλέποντας το ενδεχόμενο να βγάλει εύκολο κέρδος της υποσχέθηκε ότι μόλις φτάσουν στην πόλη θα επικοινωνούσε με τις επαφές του για να δει τι μπορεί να κάνει.

Μετά το χωρίο Γκέησμπαχ, ο Μάγος μαζί με την Γκέρτυ πήραν άλλο δρόμο από του υπόλοιπους τυχοδιώκτες. Οι πρώτοι πήγαν στην πρωτεύουσα της Ρέηκλαντ, στην πόλη Αλτντορφ, για να δώσουν το δαιμονικό βιβλίο στο κολέγιο μαγείας, και ο νάνος με το Ξωτικό και τον Κλάους, συνέχισαν τον δρόμο τους για την πόλη Ούμπερσράηκ.

Οι τυχοδιώκτες της Μάζας: Η άνοδος και η πτώση, Πάρτον Αλαγκιάς.

No comments:

Post a Comment